Η Γαύδος είναι το ονειρεμένο νησί όπου λέγεται ότι ναυάγησε ο Οδυσσέας και τον υποδέχτηκε η Καλυψώ, το αραξοβόλι των ταξιδιωτών, των εμπόρων της Αφρικής και των πειρατών, ο τόπος μέθεξης χιλιάδων αναχωρητών του καλοκαιριού. Η Γαύδος αποτελεί το νοτιότερο άκρο της Ευρώπης, 32 ναυτικά μίλια μακριά από την Παλαιόχωρα, 22 από τη Χώρα Σφακίων και 170 από το Τομπρούκ της Λιβύης. Είναι μικρό νησί, μόλις 30 τεραγωνικά χιλιόμετρα, με τριγωνικό σχήμα, με μέγιστο μήκος 10 χιλιόμετρα και πλάτος 5. Οι παραλίες Καραβέ, Κόρφος, Λακκούδι, Τρυπητή, Νταϊάνα, Φετιφέ, Σαρακίνικο, Αγιάννης, Λαβρακάς, Πύργος και Ποταμός είναι μερικές από τις χάντρες των σμαραγδένιων ακτών του νησιού.
Διαμονή στη Γαύδο
Στο νησί κατοικούν λίγοι μόνιμοι κάτοικοι όλο το χρόνο και οι υποδομές για τους τουρίστες είναι βασικές και λιγοστές. Σύμφωνα με την απογραφή του 2001, στη Γαύδο ζούσαν μόνιμα 98 κάτοικοι. Η αλήθεια είναι ότι λιγότεροι από 50 ζουν μόνιμα, αλλά κατά την απογραφή 98 άτομα ήταν στο νησί.
Η παραλία Ποταμός στη βορειοδυτική Γαύδο σχηματίζεται στην έξοδο διαφόρων μικρών ρυακιών. Τα εδάφη τους είναι κυρίως αργιλώδη, γεγονός που τα κάνει να δημιουργούν ιδιαίτερους σχηματισμούς καθώς τα διαλύουν η βροχή κι ο αέρας. Κάποια από τα ρυάκια που σχηματίζονται περνούν από πιο σκληρά πετρώματα, δημιουργώντας βαθιά φαράγγια με στεγνούς καταρράκτες εκπληκτικής ομορφιάς.
Ο φάρος της Γαύδου είναι κτισμένος μερικά μέτρα νότια του οικισμού Άμπελος, σε υψόμετρο 368m, στις δυτικές ακτές του νησιού. Κατασκευάστηκε το 1880 από τη Γαλλική Εταιρεία Φάρων και ήταν ορατός σε απόσταση 42 μιλίων (τη δεύτερη μεγαλύτερη απόσταση τότε στον κόσμο μετά το φάρο της Γης του Πυρός).
Το μουσείο βρίσκεται στο Μετόχι (Σγουδιανά) κοντά στον Κόρφο της Γαύδου. Ιδρυτής και ιδιοκτήτης του είναι ο ιερέας Εμμανουήλ Μπικογιαννάκης ο οποίος με μεράκι έχει μαζέψει και εκθέτει όλα εκείνα τα είδη λαϊκής Γαυγιώτικης τέχνης, τα οποία αφορούσαν την κάθε είδους απασχόληση: του γεωργού.